ΗΛΕΚΤΡΟΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ

Ηλεκτροφυσιολογική Μελέτη | ΗΦΕ | Ηλεκτροφυσιολόγος

Γράφει ο Δημήτριος Βραχάτης, Ειδικός Καρδιολόγος, Διδάκτωρ Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.

 

Τι είναι η ηλεκτροφυσιολογική μελέτη;

Η ηλεκτροφυσιολογική μελέτη (ή ηλεκτροφυσιολογικός έλεγχος ή συντομογραφικά ΗΦΕ) με απλά λόγια θα μπορούσαμε να περιγρφεί ως ένα ηλεκτροκαρδιογράφημα που πραγματοποιείται μέσα από την καρδιά.

 

ΗΦΕ: τι πληροφορίες μας προσφέρει;

Από τη διαγνωστική αυτή δοκιμασία λαμβάνουμε λεπτομερείς πληροφορίες (τοπογραφικά και λειτουργικά) για το ηλεκτρικό σύστημα της καρδιάς. Επιπλέον έχουμε τη δυνατότητα για τη διενέργεια διάφορων δυναμικών δοκιμασιών με ή χωρίς χορήγηση ειδικής φαρμακευτικής αγωγής.

 

Σκοπός της μελέτης είναι να εξεταστεί η ακεραιότητα του συστήματος αγωγής (π.χ. για να τεκμηριωθεί ή μη η ανάγκη εμφύτευσης βηματοδότη) και να διαγνωστούν με ακρίβεια τυχόν αρρυθμίες. 

 

Επιπλέον με ορισμένες ειδικές δοκιμασίες ελέγχεται η συμπεριφορά της καρδιάς (πρόκληση δυνητικώς επικίνδυνων -κακοήθων- αρρυθμιών) σε συνθήκες «πίεσης». Αυτό έχει σκοπό ο να εντοπιστεί ο μελλοντικός κίνδυνος και ο ασθενής να λάβει την κατάλληλη φροντίδα (π.χ. εμφύτευση απινιδωτή).

 

Πως γίνεται η ηλεκτροφυσιολογική μελέτη;

Η ηλεκτροφυσιολογική μελέτη είναι μία επεμβατική διαγνωστική δοκιμασία. Ο ασθενής εισέρχεται στο ηλεκτροφυσιολογικό εργαστήριο όπου τοποθετείται σε ύπτια θέση (ξαπλωμένος) στη «χειρουργική τράπεζα». Πραγματοποιείται ευπρεπισμός (αποτρίχωση) των μηροβουβωνικών περιοχών -αν δεν έχει ήδη πραγματοποιηθεί). Αυτό γίνεται διότι απαιτείται παρακέντηση μίας φλέβας του ασθενούς στην συντριπτική πλειοψηφία της μηριαίας φλέβας. Προ της παρακέντησης διενεργείται τοπική αναισθησία στην περιοχή.

 

Ακολούθως πραγματοποιείται η εισαγωγή ειδικών θηκαριών μέσα από τα οποία  προωθούνται ειδικοί καθετήρες (ηλεκτρόδια) στις δεξιές καρδιακές κοιλότητες. Η καθοδήγηση της προώθηση των καθετήρων γίνεται με τη χρήση περιορισμένη ακτινοσκόπησης και είναι ανώδυνη.

 

Στη συνέχεια ακολουθεί η κυρίως εξέταση κατά την οποία καταγράφονται στοιχεία για τη λειτουργία του συστήματος αγωγής της καρδιάς ενώ επιπλέον διενεργούνται ειδικές δοκιμασίες μέσω των ηλεκτροδίων με ή άνευ χορήγηση κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής. 

 

Πόσο διαρκεί η εξέταση;

Το κυρίως σκέλος ενός βασικού ηλεκτροφυσιολογικού ελέγχου διαρκεί συνήθως λιγότερο από 1 ώρα. Αν απαιτηθεί η χαρτογράφηση ή/και κατάλυση αρρυθμίας στην ίδια συνεδρία ο χρόνος αυτός μπορεί να παραταθεί σημαντικά. Επιπλέον, η παραμονή στο ηλεκτροφυσιολογικό εργαστήριο μπορεί να παραταθεί εξαιτίας των χρόνων διακίνησης και προετοιμασίας.

 

Πότε πραγματοποιείται;

Ο ηλεκτροφυσιολογικός έλεγχος μπορεί να απαιτηθεί στα πλαίσια διερεύνησης επεισοδίων απώλειας συνείδησης, διάγνωσης ή/και ταξινόμησης καρδιακών αρρυθμιών, επιβεβαίωση ύπαρξης παραπληρωματικού (επικουρικού) δεματίου (σύνδρομα προδιέγερσης – Wolff-Parkinson-White / WPW) ή για την σταδιοποίηση του κινδύνου από απειλητικές για τη ζωή αρρυθμίες σε άτομα με ή χωρίς καρδιακή ανεπάρκεια.

 

Μπορεί να γίνει παράλληλα με την ηλεκτροφυσιολογική μελέτη και κατάλυση αρρυθμίας (ablation);

Ο συνδυασμός της διαγνωστικής και της θεραπευτικής πράξης στον ίδιο χρόνο είναι εφικτή καθώς ήδη υπάρχει η αγγειακή πρόσβαση για να προωθηθούν οι κατάλληλοι καθετήρες. Βάσει του ιατρικού ιστορικού αυτό έχει ήδη συζητηθεί με τον/την ασθενή και τους οικείους του εκ των προτέρων.

 

Υπάρχουν κίνδυνοι – επιπλοκές;

Η διαγνωστική ηλεκτροφυσιολογική μελέτη είναι σχετικά ασφαλής, ωστόσο επεμβατική, εξέταση. Συνολικά οι επιπλοκές ανέρχονται στο 2% με την πλειοψηφία να σχετίζεται με την ίδια τη διαδικασία του καθετηριασμού του περιφερικού φλεβικού στελέχους (με κυριότερη το τοπικό αιμάτωμα). Στα πλαίσια της εξέτασης μπορεί να προκληθεί κολπική μαρμαρυγή (συνήθως ανατάσσεται πριν την έξοδο του ασθενούς από το ηλεκτροφυσιολογικό εργαστήριο).

 

Μπορεί επίσης να εμφανισθούν απειλητικές για τη ζωή αρρυθμίες στα πλαίσια του ειδικού ελέγχου οι οποίες όμως είναι «θεμιτό» να συμβούν ώστε να τεθεί διάγνωση – οι αρρυθμίες αυτές στο ασφαλές περιβάλλον του ηλεκτροφυσιολογικού εργαστηρίου ανατάσσονται με κατάλληλους χειρισμού, ενώ αν εμφανιζόντουσαν εξωνοσοκομειακά θα ήταν πιθανώς θανατηφόρες. Τέλος σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις έχουν περιγραφεί καρδιακές μηχανικές επιπλοκές και θάνατος.

 

Μπορώ να σηκωθώ αμέσως μετά την εξέταση;

Όχι, μετά την εξέταση και για μερικές ώρες ο/η ασθενής παραμένει κλινήρης στο κρεββάτι νοσηλείας. Αφού ελεγχθεί η αιμόσταση (ότι δεν τρέχει δηλαδή αίμα από το σημείο παρακέντησης τότε μπορεί να κινητοποιηθεί. 

 

Επιπλέον, για μερικές ημέρες συνίσταται να προστατευθεί σχετικά η περιοχή αποφεύγοντας έντονες κινήσει (πχ μεγάλα σκαλιά ή οδήγηση).

 

Ποιος είναι ο χρόνος παραμονής στο νοσοκομείο;

Σε περιπτώσεις που διενεργείται μόνον ηλεκτροφυσιολογικός έλεγχος, τότε -εφόσον δεν υπάρχουν επιπλοκές- ο ασθενής εξέρχεται το ίδιο απόγευμα ή το επόμενο πρωί.