Ανεύρυσμα αορτής: Παράγοντες κινδύνου και διαχείριση
Το ανεύρυσμα αορτής είναι μια σοβαρή αγγειακή πάθηση που ορίζεται από τη μη φυσιολογική διόγκωση ή διαστολή της αορτής, η οποία είναι η κύρια αρτηρία του σώματος. Η πάθηση μπορεί να μην εμφανίζει συμπτώματα για χρόνια, ωστόσο ενέχει σημαντικό κίνδυνο ρήξης, η οποία μπορεί να επιφέρει ακόμα και θάνατο, εάν δεν αντιμετωπιστεί αμέσως. Πέρα από τη σιωπηλή εξέλιξή του, ένα ανεύρυσμα αορτής αντανακλά τις σωρευτικές επιπτώσεις των παραγόντων κινδύνου καρδιαγγειακών παθήσεων (όπως η υπέρταση, το κάπνισμα και η γενετική προδιάθεση) στην ακεραιότητα της αορτής.
Η αορτή χρησιμεύει ως κεντρική αρτηρία του σώματος, διανέμοντας αίμα πλούσιο σε οξυγόνο από την καρδιά στα ζωτικά όργανα και τους ιστούς. Ένα ανεύρυσμα αορτής εμφανίζεται όταν ένα τμήμα του τοιχώματος της αορτής εξασθενεί, με αποτέλεσμα να διογκώνεται υπό την πίεση της ροής του αίματος. Η διαδικασία αυτή δεν είναι απλώς μια παθητική διαστολή αλλά αντιπροσωπεύει μια προοδευτική δυσλειτουργία της αορτικής δομής λόγω χρόνιου στρες, φλεγμονής και, σε ορισμένες περιπτώσεις, γενετικών ανωμαλιών.
Το ανεύρυσμα μπορεί να εμφανιστεί σε δύο κύριες περιοχές:
- Ανεύρυσμα της θωρακικής αορτής, το οποίο βρίσκεται στην περιοχή του θώρακα και συχνά οφείλεται σε γενετική προδιάθεση ή σε καταστάσεις όπως η υπέρταση.
- Ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής, το οποίο εμφανίζεται πιο συχνά στο κατώτερο τμήμα της αορτής και συνδέεται στενά με την αθηροσκλήρωση, το κάπνισμα και τη γήρανση.
Οι κίνδυνοι που σχετίζονται με ένα ανεύρυσμα αορτής εξαρτώνται από το μέγεθος και τον ρυθμό ανάπτυξής του. Τα μικρότερα ανευρύσματα μπορεί να παραμείνουν σταθερά για χρόνια, αλλά καθώς το ανεύρυσμα επεκτείνεται, το τοίχωμα γίνεται λεπτότερο και πιο επιρρεπές σε ρήξη, η οποία συχνά έχει επικίνδυνες συνέπειες.
Γιατί αναπτύσσεται ένα ανεύρυσμα αορτής;
Η ανάπτυξη ενός αορτικού ανευρύσματος οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, καθώς προκύπτει από την αλληλεπίδραση γενετικής προδιάθεσης, περιβαλλοντικών παραγόντων και χρόνιας καταπόνησης του τοιχώματος της αορτής.
- Δομική διάσπαση της αορτής
Η αορτή αποτελείται από τρία στρώματα που προσφέρουν ελαστικότητα και την ικανότητα να αντέχει τη ροή του αίματος υπό υψηλή πίεση. Με την πάροδο του χρόνου, αυτή η δομή μπορεί να αλλοιωθεί λόγω χρόνιας φλεγμονής (πχ από το κάπνισμα) υπέρτασης (καθώς η υψηλή αρτηριακή πίεση ασκεί τεράστια μηχανική πίεση στην αορτή) ή αθηροσκλήρωσης (η οποία βλάπτει τα μυϊκά κύτταρα και τις ελαστικές ίνες).
- Γενετικές διαταραχές.
Οι γενετικοί παράγοντες παίζουν καθοριστικό ρόλο σε ορισμένες περιπτώσεις ανευρύσματος της αορτής, ιδίως στην περίπτωση ανευρύσματος θωρακικής αορτής. Καταστάσεις όπως το σύνδρομο Marfan, το σύνδρομο Ehlers-Danlos και τα άτομα με διγλώχινες αορτικές βαλβίδες επηρεάζουν τη λειτουργία του συνδετικού ιστού, προκαλώντας δομική αστάθεια στην αορτή.
- Τρόπος ζωής και περιβαλλοντικοί παράγοντες.
Το κάπνισμα, για παράδειγμα, είναι ένας ισχυρός εκλυτικός παράγοντας που επιταχύνει τη βλάβη του αρτηριακού τοιχώματος, ενώ η ανεξέλεγκτη υπέρταση επιδεινώνει τη μηχανική καταπόνηση. Η γήρανση συμβάλλει επίσης σε μια φυσική αποδυνάμωση του αορτικού τοιχώματος.

Τα συμπτώματα του ανευρύσματος αορτής
Το ανεύρυσμα αορτής είναι συχνά ασυμπτωματικό. Πολλά άτομα αγνοούν την πάθηση έως ότου εντοπιστεί τυχαία σε μια απεικόνιση για κάποιο άλλο ιατρικό θέμα. Τα συμπτώματα συνήθως εμφανίζονται όταν το ανεύρυσμα μεγαλώνει αρκετά και συμπιέζει τις γύρω δομές ή έχει υποστεί ρήξη.
Τα ανευρύσματα της θωρακικής αορτής μπορεί να προκαλέσουν πόνο στο στήθος, πόνο στην πλάτη, δυσκολία στην κατάποση ή δύσπνοια λόγω της συμπίεσης των κοντινών ιστών.
Τα ανευρύσματα της κοιλιακής αορτής μπορεί να εμφανίζονται ως βαθύς, επίμονος κοιλιακός πόνος, αίσθηση παλμού στην κοιλιά ή πόνος στην πλάτη.
Η ρήξη είναι η πιο σοβαρή επιπλοκή, που συχνά συνοδεύεται από ξαφνικό, έντονο πόνο, εσωτερική αιμορραγία και ταχεία καρδιαγγειακή κατάρρευση. Δεδομένου του ποσοστού θνησιμότητας λόγω ρήξης, ο έγκαιρος εντοπισμός είναι εξαιρετικά σημαντικός.
Οι γιατροί θα πρέπει να είναι σε θέση να αξιολογήσουν το μέγεθος, τη θέση και την ανάπτυξη του ανευρύσματος, γι’ αυτό η διαδικασία διάγνωσης μπορεί να περιλαμβάνει υπερηχογράφημα, αξονική και μαγνητική τομογραφία και ηχοκαρδιογράφημα.
Ο έλεγχος είναι ιδιαίτερα σημαντικός για άτομα υψηλού κινδύνου, όπως άνδρες άνω των 65 ετών με ιστορικό καπνίσματος ή άτομα με οικογενειακό ιστορικό ανευρυσμάτων.
Πώς αντιμετωπίζεται το ανεύρυσμα αορτής;
Η θεραπεία ενός ανευρύσματος αορτής εξαρτάται από το μέγεθός του, τον ρυθμό ανάπτυξής του και τους σχετικούς κινδύνους. Οι τρόποι αντιμετώπισης μπορεί να είναι είτε συντηρητικοί είτε χειρουργικοί.
Για τα μικρά, σταθερά ανευρύσματα, η τακτική παρακολούθηση μέσω απεικονιστικών εξετάσεων (κάθε 6-12 μήνες) είναι απαραίτητη. Συνιστάται στους ασθενείς να ελέγχουν την αρτηριακή πίεση με φάρμακα, να διακόψουν το κάπνισμα, να μειώσουν τη χοληστερόλη μέσω της διατροφής, της άσκησης και της φαρμακευτικής αγωγής και να υιοθετήσουν έναν υγιεινό τρόπο ζωής με τακτική σωματική δραστηριότητα και διαχείριση του βάρους τους.
Τα μεγαλύτερα ανευρύσματα (συνήθως >5,0 cm για τα κοιλιακά και >5,5 cm για τα θωρακικά) ή εκείνα που αναπτύσσονται γρήγορα απαιτούν χειρουργική αποκατάσταση, η οποία μπορεί να γίνει με δυο τρόπους:
- Ανοικτή αποκατάσταση ανευρύσματος, μια παραδοσιακή διαδικασία κατά την οποία το εξασθενημένο τμήμα της αορτής αντικαθίσταται με ένα συνθετικό μόσχευμα.
- Ενδοαγγειακή αποκατάσταση ανευρύσματος, μια ελάχιστα επεμβατική προσέγγιση όπου εισάγεται ένα stent για να ενισχύσει το τοίχωμα της αορτής και να προλάβει ενδεχόμενη ρήξη.
Το ανεύρυσμα αορτής είναι μια σιωπηλή αλλά δυνητικά απειλητική για τη ζωή κατάσταση που απαιτεί επαγρύπνηση και πρόληψη. Ενώ η πάθηση συχνά εξελίσσεται χωρίς συμπτώματα, οι καταστροφικές συνέπειές της αναδεικνύουν τη σημασία της έγκαιρης διάγνωσης και παρέμβασης. Αναλάβετε δράση και προστατέψτε την καρδιά και τη ζωή σας.
Γράφει ο Δημήτριος Βραχάτης, Ειδικός Καρδιολόγος, Διδάκτωρ Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.