Η σχέση Koλπικής Mαρμαρυγής και Σακχαρώδη Διαβήτη

Ο σακχαρώδης διαβήτης (ΣΔ) είναι ένα νόσημα το οποίο επηρεάζει το ανθρώπινο σώμα με πολυσύνθετο τρόπο και μπορεί θεωρητικά να προσβάλει τα περισσότερα όργανα του ανθρώπου. Δεν εκπλήσσει λοιπόν, ότι τα άτομα με διαβήτη παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης αυτής της πιο συχνής καρδιακής αρρυθμίας, της κολπικής μαρμαρυγής(ΚΜ)

 

Η συχνότητα εμφάνισης της αναφέρεται ότι μπορεί να είναι έως και διπλάσια σε διαβητικούς σε σχέση με μη-διαβητικούς πληθυσμούς. Ο ΣΔ αποτελεί, μάλιστα, ανεξάρτητο προγνωστικό παράγοντα για την εμφάνιση ΚΜ. Ο σχετικός κίνδυνος είναι μεγαλύτερος στα νεότερα άτομα. Στην περίπτωση, δε, που υπάρχουν επιπλοκές από του διαβήτη, ο κίνδυνος για ΚΜ αυξάνεται. Τόσο ο ΣΔ τύπου Ι όσο και ο ΣΔ τύπου ΙΙ έχουν αυτή την δυσμενή συσχέτιση.

Οι υποκείμενοι μηχανισμοί που συνδέουν τον ΣΔ με την ΚΜ είναι πολύπλοκοι. Το μεταβολικό σύνδρομο, το οποίο χαρακτηρίζεται από παχυσαρκία, υπέρταση και αντίσταση στην ινσουλίνη, εμφανίζεται συχνά στους διαβητικούς ασθενείς και συμβάλλει σε δομικές και ηλεκτρικές αλλαγές στην καρδιά που προδιαθέτουν σε ΚΜ. Επιπλέον, ο κακός γλυκαιμικός έλεγχος και οι νεφρικές επιπλοκές αυξάνουν περαιτέρω τον κίνδυνο.

 

Κλινικές Επιπτώσεις

Η «τρομακτικότερη» επιπλοκή της ΚΜ είναι η εμφάνιση θρομβωτικού αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου. Για τον αντιμετώπιση αυτής της επιπλοκής, υπολογίζεται το εξατομικευμένο ρίσκο του ατόμου και εφόσον ξεπερνά ένα όριο, τότε χορηγούνται φάρμακα που εμποδίζουν τη δημιουργία θρόμβων. Τα φάρμακα αυτά ονομάζονται αντιπηκτικά (απιξαμπάνη, δαβιγατράνη, ριβαροξαμπάνη, ασενοκουμαρόλη, βαρφαρίνη).

Κάτι που πρέπει να γνωρίζουν οι διαβητικοί ασθενείς, είναι ότι η ύπαρξη ΣΔ απευθείας αυξάνει τον κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο θέτοντας πρακτικά για όλους τους διαβητικούς ασθενείς με συνυπάρχουσα ΚΜ την ένδειξη για χορήγηση αντιπηκτικών φαρμάκων εφόρου ζωής. Αυτό περιπλέκει ακόμα περισσότερο την αγωγή των ασθενών στην περίπτωση εμφάνισης στεφανιαίας νόσου η οποία χρήζει της εμφύτευσης stent – διότι για κάποια διαστήματα θα πρέπει να χορηγηθούν επιπλέον των αντιπηκτικών, φάρμακα που έχουν παρόμοια δράση και ονομάζονται αντιαιμοπεταλιακά (ασπιρίνη, κλοπιδογρέλη, πρασουγκρέλη ή τικαγκρελόρη).

Μία άλλη σημνατική διάσταση στη διαχείριση της κολπικής μαρμαρυγής είναι ότι πολλοί ασθενείς με διαβήτη συχνά δεν αναγνωρίζουν τα συμπτώματα της ΚΜ, δυσχεραίνοντας την τόσο την έγκαιρη διάγνωση όσο και την συμμόρφωση στη θεραπεία. Η τακτική παρακολούθηση και η εκπαίδευση των ασθενών είναι ιδιαίτερης σημασίας για να ενισχυθεί η ικανότητά τους να αναγνωρίζουν τα συμπτώματα.

Παρά τη σαφή συσχέτιση μεταξύ αυτών των καταστάσεων, εξακολουθούν να υπάρχουν κενά στην ενημέρωση του κοινού, αλλά ενίοτε και των επαγγελματιών υγείας. 

Σήμερα, στα πλαίσια της αντιμετώπισης της ΚΜ ως αρρυθμίας, η Ευρωπαϊκή Καρδιολογική Εταιρεία συστήνει μια ολοκληρωμένη προσέγγιση που περιλαμβάνει εξατομικευμένη εκτίμηση κινδύνου, παράλληλη εντατική αντιμετώπιση τυχόν νοσημάτων που συνυπάρχουν όπως π.χ. ο ΣΔ και η αρτηριακή υπέρταση, αλλαγές στον τρόπο ζωής (έχουν πολύ μεγάλη σημασία, ίσως όση και η φαρμακευτική αγωγή) και διεπιστημονική συνεργασία.

Μόνο μέσω της ολιστικής αντιμετώπισης αυτών των ζητημάτων μπορούμε να προσδοκούμε ότι οι παρεμβάσεις μας, ως επαγγελματίες υγείας, μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά την διάρκεια και την ποιότητα ζωής των ασθενών που πάσχουν από αυτές τις δύο καταστάσεις.

 

 

 

Τί περιλαμβάνει η ζωή με Κολπική Μαρμαρυγή;

Αν πάσχετε από ΚΜ, το πρώτο πρέπει να κάνετε είναι να θυμηθείτε ότι η σύγχρονη καρδιολογία προσφέρει πλειάδα θεραπευτικών επιλογών για την αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής. Οι υπαρκτοί κίνδυνοι είναι αντιμετωπίσιμοι εφόσον ακολουθείτε τις οδηγίες του Καρδιολόγου σας.

Ήδη αναφέρθηκε ότι ο πρώτος κίνδυνος (αγγειακά εγκεφαλικά και άλλα θρομβοεμβολικά επεισόδια) περιορίζεται σημαντικά με τη χρήση αντιπηκτικών φαρμάκων. Οι νεότεροι από του στόματος αντιπηκτικοί παράγοντες  –NOACs– (απιξαμπάνη, δαβιγατράνη, ριβαροξαμπάνη) προτιμώνται έναντι των παλαιότερων αντιπηκτικών (όπως η βαρφαρίνη ή η ασενοκουμαρόλη), για ασθενείς με ΚΜ, ειδικά για εκείνους που πάσχουν από διαβήτη.

Ο δεύτερος στόχος είναι να μη νοιώθουμε συμπτώματα (στρατηγικές συχνότητες), τα οποία κυρίως οφείλονται στο ότι η καρδιά ανεβάζει ή ανεβοκατεβάζει συχνότητα (πόσο γρήγορα χτυπά) όταν έχουμε κολπική μαρμαρυγή. Αυτός συνήθως αντιμετωπίζεται με βραδυκαρδιακά φάρμακα, με συχνότερη χορηγούμενη κατηγορία αυτή των β-αποκλειστών (bblockers).

Ο τρίτος στόχος είναι να διώξουμε την κολπική μαρμαρυγή (στρατηγικές ρυθμού). Σε αυτόν τον τομέα παραδοσιακά υπήρχαν μόνο φαρμακευτικές επιλογές, πλέον υπάρχει η δυνατότητα ελάχιστα επεμβατικής αντιμετώπισης της αρρυθμίας με επεμβάσεις κατάλυσης (απομόνωση πνευμονικών φλεβών). Οι επεμβάσεις αυτές τροποποιούν τη φυσική πορεία (εξέλιξη) της νόσου, μειώνουν τα συμπτώματα, μειώνουν τις απαιτούμενες επείγουσες επισκέψεις στον γιατρό, μειώνουν το λεγόμενο «φορτίο» της κολπικής μαρμαρυγής και σε αρκετές περιπτώσεις την εξαλείφουν (τουλάχιστον για μεγάλα διαστήματα). 

 

Ενημέρωση και Αυτοδιαχείριση

Η ενθάρρυνση των ασθενών να συμμετέχουν ενεργά στην αυτοπαρακολούθηση είναι καθοριστική. Αυτό περιλαμβάνει την αναγνώριση των συμπτωμάτων της ΚΜ και την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο η διαχείριση του διαβήτη επηρεάζει την υγεία της καρδιάς τους. Η ενδυνάμωση των ασθενών μέσω της γνώσης των στόχων και των διαθέσιμων μέσων θεραπείας τους μπορεί να οδηγήσει σε καλύτερη αυτοδιαχείριση και συμμόρφωση στις προβλεπόμενες παρεμβάσεις. Σημαντικό ρόλο σε αυτό έχει η συνέχεια της φροντίδας ανάμεσα στους καρδιολόγους, ενδοκρινολόγους και διατροφολόγους για μια ολιστική προσέγγιση.

Η συνεχής αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας και της συμμόρφωσης των ασθενών θα πρέπει να πραγματοποιείται προκειμένου να προσαρμόζονται τα θεραπευτικά σχέδια, βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής των ατόμων που ζουν με αυτές τις δύο παθήσεις. Αυτό υπογραμμίζεται διότι έχουμε δεδομένα που δείχνουν ότι οι ασθενείς μετά από ένα διάστημα θεραπείας, σιωπηρά παύουν να επισκέπτονται τον γιατρό ή και διακόπτουν την χορηγηθείσα αγωγή.

Γράφει ο Δημήτριος Βραχάτης, Ειδικός Καρδιολόγος, Διδάκτωρ Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.

 

Δημοσιεύθηκε αρχικά στο περιοδικό Γλυκιά Ζωή – Τεύχος 156