Ανεπάρκεια μιτροειδούς βαλβίδας – όσα θέλετε να μάθετε

Η ανεπάρκεια μιτροειδούς βαλβίδας σημαίνει ότι η μιτροειδής βαλβίδα, η βαλβίδα που ρυθμίζει τη ροή του αίματος μεταξύ του αριστερού κόλπου και της αριστερής κοιλίας, δεν κλείνει σωστά. Αυτή η δυσλειτουργία επιτρέπει στο αίμα να ρέει προς τα πίσω στον αριστερό κόλπο αντί να κινείται αποτελεσματικά προς τα εμπρός στο σώμα. Με την πάροδο του χρόνου, αυτή η αντίστροφη ροή μπορεί να υπερφορτώσει την καρδιά, προκαλώντας επιπλοκές όπως διεύρυνση της καρδιάς, κολπική μαρμαρυγή και τελικά καρδιακή ανεπάρκεια. Ορισμένες περιπτώσεις ανεπάρκειας της μιτροειδούς βαλβίδας της καρδιάς εξελίσσονται αργά και δεν προκαλούν άμεση βλάβη ενώ άλλες μπορεί να εξελιχθούν γρήγορα και να χρειαστεί επείγουσα ιατρική παρέμβαση.

Τι συμβαίνει στην ανεπάρκεια μιτροειδούς βαλβίδας

Η μιτροειδής βαλβίδα είναι μία από τις τέσσερις βαλβίδες της καρδιάς, και βρίσκεται μεταξύ του αριστερού κόλπου και της αριστερής κοιλίας και είναι υπεύθυνη για τη ροή του αίματος από τους πνεύμονες στην αριστερή κοιλία και στη συνέχεια την άντληση προς το υπόλοιπο σώμα.

Σε μια υγιή καρδιά, η μιτροειδής βαλβίδα ανοίγει και κλείνει ερμητικά με κάθε καρδιακό παλμό. Ωστόσο στην ανεπάρκεια μιτροειδούς βαλβίδας, η βαλβίδα δεν κλείνει πλήρως, με συνέπεια κάποιο ποσοστό του αίματος να διαρρέει πίσω στον αριστερό κόλπο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα αφενός η καρδιά να χρειάζεται να αντλεί πιο σκληρά για να αντισταθμίσει τη χαμένη ροή αίματος, αυξάνοντας την πίεση με την πάροδο του χρόνου και αφετέρου ο αριστερός κόλπος μπορεί να διευρυνθεί, προκαλώντας ακανόνιστους καρδιακούς ρυθμούς.

Εάν δεν αντιμετωπιστεί, η πάθηση μπορεί να προκαλέσει συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, όπου η καρδιά γίνεται πολύ αδύναμη για να τροφοδοτήσει το σώμα με επαρκή ροή αίματος.

Τι προκαλεί την ανεπάρκεια μιτροειδούς βαλβίδας

Η ανεπάρκεια μιτροειδούς βαλβίδας μπορεί να είναι πρωτοπαθής (να προκαλείται δηλαδή από προβλήματα στην ίδια τη βαλβίδα) ή δευτεροπαθής (να προκαλείται από υποκείμενη καρδιακή νόσο που επηρεάζει τη λειτουργία της βαλβίδας).

Στις πρωτοπαθείς αιτίες περιλαμβάνονται:

  • Πρόπτωση μιτροειδούς βαλβίδας. Πρόκειται για μία από τις πιο συχνές αιτίες και προκύπτει όταν κατά την σύγκλιση των πτυχών της μιτροειδούς βαλβίδα η μία ή και οι δύο προκύπτουν εντός του αριστερού κόλπου κατά τη διάρκεια της συστολής για περισσότερο από 2 mm.
  • Συγγενή ελαττώματα βαλβίδας, όταν ορισμένα άτομα γεννιούνται με μη φυσιολογικά διαμορφωμένη μιτροειδή βαλβίδα.
  • Ρευματική καρδιοπάθεια, η οποία προκύπτει ως επιπλοκή από λοιμώξεις που δεν έχουν αντιμετωπιστεί επαρκώς.
  • Λοιμώδης ενδοκαρδίτιδα, η οποία είναι μια βακτηριακή λοίμωξη που βλάπτει τις βαλβίδες της καρδιάς και προκαλεί ανεπάρκεια.

Στις δευτερογενείς αιτίες περιλαμβάνονται:

  • Βλάβη από προηγούμενη καρδιακή προσβολή, η οποία μπορεί να αποδυναμώσει τους μύες που στηρίζουν τη μιτροειδή βαλβίδα.
  • Διατατική καρδιομυοπάθεια. Πρόκειται για την αύξηση των εσωτερικών διαστάσεων της αριστερής ή και της δεξιάς κοιλίας μαζί με μειωμένη συστολική απόδοση αυτών, ενώ απουσιάζουν άλλες καταστάσεις που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν αυτή την παθολογία.
  • Υπέρταση – Η χρόνια υψηλή αρτηριακή πίεση μπορεί να διευρύνει την καρδιά και να ασκήσει πρόσθετη πίεση στη μιτροειδή βαλβίδα.
ανεπάρκεια μιτροειδούς βαλβίδας heart in hand

Ποια συμπτώματα εμφανίζει η ανεπάρκεια μιτροειδούς βαλβίδας

Τα συμπτώματα της ανεπάρκειας της μιτροειδούς βαλβίδας της καρδιάς εξαρτώνται από τη σοβαρότητά της και από το πόσο καλά η καρδιά αντισταθμίζει την παλινδρόμηση. Πολλοί άνθρωποι με ήπιες περιπτώσεις δεν εμφανίζουν συμπτώματα, ενώ οι σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να προκαλέσουν σοβαρά συμπτώματα, ακόμα και να θέσουν σε κίνδυνο τη ζωή των ασθενών.

Τα συμπτώματα σε πρώιμο στάδιο της πάθησης περιλαμβάνουν:

  • Κόπωση και χαμηλή ενέργεια
  • Ήπια δύσπνοια, ιδίως κατά τη σωματική άσκηση
  • Καρδιακό φύσημα

Σε πιο προχωρημένα στάδια τα συμπτώματα περιλαμβάνουν:

  • Σοβαρή δύσπνοια, λόγω συσσώρευσης υγρού στους πνεύμονες
  • Αίσθημα παλμών (ακανόνιστος ή γρήγορος καρδιακός παλμός)
  • Πρήξιμο στα πόδια και τους αστραγάλους
  • Πόνος ή δυσφορία στο στήθος (σπάνια)
  • Βήχας, κυρίως όταν οι ασθενείς ξαπλώνουν.
  •  

Εάν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα, η σοβαρή ανεπάρκεια της μιτροειδούς βαλβίδας μπορεί να εξελιχθεί σε καρδιακή ανεπάρκεια, κατά την οποία η καρδιά δεν είναι πλέον σε θέση να παρέχει αρκετό αίμα για να καλύψει τις ανάγκες του οργανισμού.

Διάγνωση της ανεπάρκειας της μιτροειδούς βαλβίδας

Η διάγνωση γίνεται συνήθως μέσω ενός συνδυασμού κλινικής αξιολόγησης και απεικονιστικών εξετάσεων που αξιολογούν τη λειτουργία της βαλβίδας. Η διαδικασία της διάγνωσης μπορεί να περιλαμβάνει φυσική εξέταση κατά την οποία ο γιατρός μπορεί να εντοπίσει φύσημα, ηχοκαρδιογράφημα, το οποίο προσφέρει εικόνα της ροής του αίματος και της κίνησης της βαλβίδας σε πραγματικό χρόνο, διαοισοφαγικό υπερηχοκαρδιογράφημα, το οποίο πραγματοποιείται μέσω του οισοφάγου και προσφέρει πιο σαφείς εικόνες της μιτροειδούς βαλβίδας, ηλεκτροκαρδιογράφημα, το οποίο εντοπίζει ακανόνιστους ρυθμούς της καρδιάς, τεστ κοπώσεως, για να αξιολογήσει πόσο καλά λειτουργεί η καρδιά σε συνθήκες άσκησης και μαγνητική ή αξονική τομογραφία καρδιάς για ολοκληρωμένη αξιολόγηση της δομής και της λειτουργίας της καρδιάς.

Πώς αντιμετωπίζεται η ανεπάρκεια μιτροειδούς βαλβίδας

Ο τρόπος αντιμετώπισης εξαρτάται από τη σοβαρότητα της ανεπάρκειας, τα συμπτώματα που εμφανίζει και τη συνολική υγεία του ασθενούς.

Για ήπιες έως μέτριες περιπτώσεις ανεπάρκειας της μιτροειδούς βαλβίδας, η φαρμακευτική αγωγή βοηθά στην διαχείριση των συμπτωμάτων όπως η πίεση στην καρδιά και η συσσώρευση υγρού στους πνεύμονες.

Για ασθενείς με σοβαρή ανεπάρκεια μιτροειδούς βαλβίδας, η χειρουργική παρέμβαση είναι απαραίτητη είτε με επιδιόρθωση της μιτροειδούς βαλβίδας, είτε με αντικατάστασή της, εάν η επιδιόρθωση δεν είναι δυνατή, είτε με διαδερμική επιδιόρθωση (MitraClip), για όσους ασθενείς δεν μπορούν να προχωρήσουν σε επέμβαση ανοιχτής καρδιάς.

Ο έλεγχος της αρτηριακής πίεσης, η υγιεινή διατροφή, η συνεπής άσκηση και οι τακτικές εξετάσεις βοηθούν στην πρόληψη καταστάσεων όπως η ανεπάρκεια μιτροειδούς βαλβίδας.

Γράφει ο Δημήτριος Βραχάτης, Ειδικός Καρδιολόγος, Διδάκτωρ Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.